Δεν είχα σκοπό να γράψω βιβλίο για τον Ποντιακό ελληνισμό, αφού γνώριζα πως γι ' αυτόν έχουν ειπωθεί και γραφεί πολλά. Άλλωστε δεν είμαι ούτε ιστορικός, ούτε συγγραφέας. Μόνη και πολυαγαπημένη μου ασχολία είναι η προσπάθεια δημιουργίας ποίησης. Κάποιοι που διάβασαν ποιήματα που έγραψα, μου εξέφρασαν την απορία τους, γιατί δεν γράφω ποιήματα στα ποντιακά. Άρχισα να σκέφτομαι και να υπολογίζω πόσα ποντιακά ξέρω. Αν άρχιζα να γράφω, θα μου έφταναν οι λέξεις; Οι γνώσεις μου στα Ποντιακά θα με βοηθούσαν σε τέτοιο πόνημα; Άλλωστε, στην οικογένειά μας μιλούσαμε ένα ιδίωμα από Ελληνικά και Ποντιακά και όχι μια αμιγώς καθαρή ποντιακή διάλεκτο. Η ιδέα όμως μου... Περισσότερα
Δεν είχα σκοπό να γράψω βιβλίο για τον Ποντιακό ελληνισμό, αφού γνώριζα πως γι ' αυτόν έχουν ειπωθεί και γραφεί πολλά. Άλλωστε δεν είμαι ούτε ιστορικός, ούτε συγγραφέας. Μόνη και πολυαγαπημένη μου ασχολία είναι η προσπάθεια δημιουργίας ποίησης. Κάποιοι που διάβασαν ποιήματα που έγραψα, μου εξέφρασαν την απορία τους, γιατί δεν γράφω ποιήματα στα ποντιακά. Άρχισα να σκέφτομαι και να υπολογίζω πόσα ποντιακά ξέρω. Αν άρχιζα να γράφω, θα μου έφταναν οι λέξεις; Οι γνώσεις μου στα Ποντιακά θα με βοηθούσαν σε τέτοιο πόνημα; Άλλωστε, στην οικογένειά μας μιλούσαμε ένα ιδίωμα από Ελληνικά και Ποντιακά και όχι μια αμιγώς καθαρή ποντιακή διάλεκτο. Η ιδέα όμως μου άρεσε. Το μυαλό μου πέταξε γεμάτο νοσταλγία στον Καύκασο. Τότε μου ήρθαν μόνοι τους, θαρρείς, οι πρώτοι στίχοι για τα παρχάρια. 'Οσο έγραφα για τα γεγονότα, που ζήσαμε γενιές και γενιές, τόσο περισσότερο χανόμουν σε εκείνα τα χρόνια και έκλαιγα ασταμάτητα. Ξαναζούσα εκείνα τα άτυχα, αλλά συ- νάμα νοσταλγικά παιδικά μου χρόνια, που έσβησαν τόσο άκαιρα εξαιτίας του πολέμου και της εξορίας. 'Οταν τέλειωσα το ποίημα, το διάβασα σε μια φίλη φιλόλογο και της αφηγήθηκα ορισμένα γεγονότα από τη ζωή μας. Αυτή μου έδωσε την ιδέα να γράψω μαζί με τις στροφές του ποιήματος και κείμενα με σχόλια για όσα έζησα ή άκουσα από τους δικούς μου ανθρώπους. [...] (από τον πρόλογο του βιβλίου) Λιγότερα