"Καθώς τέλειωσα εγώ με τα δικά μου, βλέπω τον Αλμπέρτο Ναρ να σηκώνεται και ν' αγκαλιάζει τον άλλον Αλμπέρτο, που λέγεται στο επώνυμο Στοκ, και να γίνονται οι δυο τους ένα σύμπλεγμα καημού και πίκρας. Ανοίγω κι εγώ τα χέρια μου και τους περικλείω εντός μου και τους ρωτώ: "Πέστε μου αδέλφια, γιατί δεν θέλω να φύγω κι εγώ με την απορία, εσείς που τώρα πετάτε πάνω από το παρελθόν, παρόν, ίσως και μέλλον, καθώς επιβιώνετε εν τοις ουρανοίς, ποιος ο λόγος, γιατί και για ποιους έγινε αυτός ο πόλεμος, αυτή η συμφορά, τώρα που το Νταχάου, το Άουσβιτς και Μπέργκεν Μπέλσεν έγιναν τουριστικά αξιοθέατα μιας φρίκης ανομολόγητης;"" Το "Πάρτι", η ενδέκατη συλλογή διηγημάτων... Περισσότερα
"Καθώς τέλειωσα εγώ με τα δικά μου, βλέπω τον Αλμπέρτο Ναρ να σηκώνεται και ν' αγκαλιάζει τον άλλον Αλμπέρτο, που λέγεται στο επώνυμο Στοκ, και να γίνονται οι δυο τους ένα σύμπλεγμα καημού και πίκρας. Ανοίγω κι εγώ τα χέρια μου και τους περικλείω εντός μου και τους ρωτώ: "Πέστε μου αδέλφια, γιατί δεν θέλω να φύγω κι εγώ με την απορία, εσείς που τώρα πετάτε πάνω από το παρελθόν, παρόν, ίσως και μέλλον, καθώς επιβιώνετε εν τοις ουρανοίς, ποιος ο λόγος, γιατί και για ποιους έγινε αυτός ο πόλεμος, αυτή η συμφορά, τώρα που το Νταχάου, το Άουσβιτς και Μπέργκεν Μπέλσεν έγιναν τουριστικά αξιοθέατα μιας φρίκης ανομολόγητης;"" Το "Πάρτι", η ενδέκατη συλλογή διηγημάτων του Περικλή Σφυρίδη, αποτελεί ένα πλατύ μωσαϊκό από στοιχεία-ψηφίδες που εντάσσονται στη γνωστή θεματική της διηγηματογραφίας του, η οποία τον καθιέρωσε ως έναν από τους δοκιμότερους συγγραφείς της δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς: η θυμόσοφη αντιμετώπιση της ζωής και του θανάτου, οι έρωτες και ο θάνατος του φίλου του ναΐφ ζωγράφου Πάνου Παπανάκου, η αγάπη για τα οικόσιτα ζώα που φτάνει ώς την αυτοδικία, η προσπάθεια επιβίωσης ανθρώπων και ζώων στον σκληρό κόσμο της υπαίθρου, η μετανάστευση και η ξενοφοβία, η γνησιότητα των απλών ανθρώπων που διασώζουν το υποσυνείδητο της φυλής μας, ο βασανισμός των ζώων, κατάλοιπο μιας αρχαίας νησιώτικης παράδοσης, οι συναλλαγές γύρω από την απονομή των κρατικών λογοτεχνικών βραβείων, ο πόνος και η καταστροφή που φέρνουν τα ναρκωτικά στις ζωές των νέων, το σμίξιμο δύο φίλων ομώνυμων, ενός Γερμανού της Κατοχής κι ενός Σαλονικιού Εβραίου, απόδημων στον άλλο κόσμο από καιρό, που επιστρέφουν βασανιστικά στη μνήμη, η έγνοια για την αλλοτρίωση του ανθρώπινου και του οικιστικού περιβάλλοντος, αλλά και η γλυκόπικρη ανάμνηση του έρωτα, η ήρεμη ενατένιση του θανάτου και η εσωτερική προετοιμασία των ηλικιωμένων ανθρώπων για ένα τελευταίο ταξίδι "αναψυχής". Ο Σφυρίδης εκφράζεται λιτά, με τους αφηγηματικούς τρόπους του ρεαλισμού ("ουμανιστικό ρεαλισμό" θα μπορούσαμε ειδικότερα να τον χαρακτηρίσουμε), χωρίς να λείπουν και οι τάσεις προς τον μοντερνισμό. Σε δοκίμιά του δηλώνει την πίστη του για τον συγγραφέα, για τις επικοινωνιακές δυνατότητες της γραφής, αλλά και για τη δύναμη της λογοτεχνίας να επουλώνει τα τραύματα της ψυχής. Λιγότερα