Δεκαετία του πενήντα. Στις αρχές της. Στη Λάρισα. Μια πόλη επίπεδη, ριγμένη στη μέση ενός κάμπου άλλοτε θλιβερού και μίζερου κι άλλοτε εντυπωσιακού και μεγαλειώδους. Μόλις που τέλειωνε ο Εμφύλιος. Η πόλη, η Λάρισα, ήταν στην κυριολεξία μια λασπούπολη. Με τα πρωτοβρόχια οι δρόμοι, ιδίως στις συνοικίες, γίνονταν σχεδόν αδιάβατοι. Οι άνθρωποι τότε πετούσαν τα παπούτσια, όσοι είχαν, και φορούσαν τις περίφημες γαλότσες. Αδιάβροχες μπότες δηλαδή από καουτσούκ που έφταναν ως το μέσον της κνήμης, μπορεί και πιο πάνω.Μόνο με τις γαλότσες μπορούσε κανείς να περπατήσει υποφερτά τις βροχερές μέρες που, εκείνα τα χρόνια, ήταν και οι περισσότερες. Στο κέντρο της... Περισσότερα
Δεκαετία του πενήντα. Στις αρχές της. Στη Λάρισα. Μια πόλη επίπεδη, ριγμένη στη μέση ενός κάμπου άλλοτε θλιβερού και μίζερου κι άλλοτε εντυπωσιακού και μεγαλειώδους. Μόλις που τέλειωνε ο Εμφύλιος. Η πόλη, η Λάρισα, ήταν στην κυριολεξία μια λασπούπολη. Με τα πρωτοβρόχια οι δρόμοι, ιδίως στις συνοικίες, γίνονταν σχεδόν αδιάβατοι. Οι άνθρωποι τότε πετούσαν τα παπούτσια, όσοι είχαν, και φορούσαν τις περίφημες γαλότσες. Αδιάβροχες μπότες δηλαδή από καουτσούκ που έφταναν ως το μέσον της κνήμης, μπορεί και πιο πάνω.Μόνο με τις γαλότσες μπορούσε κανείς να περπατήσει υποφερτά τις βροχερές μέρες που, εκείνα τα χρόνια, ήταν και οι περισσότερες. Στο κέντρο της πόλης, πέριξ της κεντρικής πλατείας δηλαδή, τα πράγματα ήταν λίγο καλύτερα. Υπήρχαν ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι – αλλά κι αυτοί όχι σε καλή κατάσταση. Οι πολλές λακκούβες δυσκόλευαν τη διέλευση των λίγων τροχοφόρων και ιδιαίτερα των μόνιππων αμαξών, οι οποίες συχνά-πυκνά παγιδεύονταν σε κάποιες απ’ αυτές. Τα σπίτια όλα σχεδόν ισόγεια, όλα με τις αυλές τους.Όλες οι αυλές με τα παρτέρια τους και τις δεκάδες γλάστρες, όπου άνθιζαν λογής-λογής λουλούδια. Χαιρόσουν να βλέπεις την άνοιξη και το καλοκαίρι κι ως το φθινόπωρο ακόμα την υπέροχη αυτή χρωματική πανδαισία και να μπουκώνουν τα ρουθούνια σου διάφορες αλησμόνητες μυρωδιές. Ολόγυρα την πόλη, και τότε όπως και σήμερα, τη ζώνει ο κάμπος. Ένας ατέλειωτος κάμπος που το βλέμμα σου δεν μπορεί να τον αγκαλιάσει ολόκληρο πέρα ως πέρα. Όσο κι αν τον κοιτάς, ποτέ δεν καταλαβαίνεις που αρχίζει και που τελειώνει. Λιγότερα