Από της εμφανίσεώς του, κατά τα τέλη του 19ου αιώνος, ο δημοτικισμός είχεν επιδιώξει την ταύτισιν όλης της νεοελληνικής γλώσσας με την καθομιλουμένη μορφή της, την δημοτική, και με απώτερο στόχο την εφαρμογή της στην δημοσία διοίκηση και την εκπαίδευση. Εκ των διαφόρων, τοπικώς και χρονικώς, εκδοχών της δημοτικής καταλληλότερη ήτο η απλούστερη λαϊκή λόγω της βασικώς αγροτικής-υπαιθρίου συνθέσεως της ελληνικής κοινωνίας και του συνακολούθου περιωρισμένου μορφωτικού επιπέδου της. Την επιδίωξιν αυτήν ανέλαβε να θεμελιώση ένα αιώνα αργότερα (1976), νομοθετικώς και με υπουργικάς αποφάσεις, μια λαϊκιστική κυβέρνησις με επιχείρημα ότι όλη η σοβαρή... Περισσότερα
Από της εμφανίσεώς του, κατά τα τέλη του 19ου αιώνος, ο δημοτικισμός είχεν επιδιώξει την ταύτισιν όλης της νεοελληνικής γλώσσας με την καθομιλουμένη μορφή της, την δημοτική, και με απώτερο στόχο την εφαρμογή της στην δημοσία διοίκηση και την εκπαίδευση. Εκ των διαφόρων, τοπικώς και χρονικώς, εκδοχών της δημοτικής καταλληλότερη ήτο η απλούστερη λαϊκή λόγω της βασικώς αγροτικής-υπαιθρίου συνθέσεως της ελληνικής κοινωνίας και του συνακολούθου περιωρισμένου μορφωτικού επιπέδου της. Την επιδίωξιν αυτήν ανέλαβε να θεμελιώση ένα αιώνα αργότερα (1976), νομοθετικώς και με υπουργικάς αποφάσεις, μια λαϊκιστική κυβέρνησις με επιχείρημα ότι όλη η σοβαρή νεοελληνική λογοτεχνία έχει γραφή στην δημοτική. Επρόκειτο περί ανακριβείας και συναφούς παραπληροφορήσεως, αλλά με επακόλουθον ένα εξηρθρωμένο δημόσιο λόγο. Το βιβλίον αυτό τεκμηριώνει την πραγματικότητα βάσει δεκαοκτώ μαρτυριών, δηλαδή της γλώσσας ίσου αριθμού διακεκριμένων Νεοελλήνων λογοτεχνών, η οποία ήτο πάντοτε μία νόμιμος σύνθεσις διαφόρων ειδών, αλλά εξ ίσου σεβαστών γλωσσικών στοιχείων, τα οποία απεδέχετο εκάστοτε η πολιτιστική συνείδησις του ελληνικού λαού. Λιγότερα